Σύμφωνα με τη διετή έκθεση «Ζωντανός Πλανήτης», που συντάσσεται σε συνεργασία με τη Ζωολογική Εταιρεία του Λονδίνου και το Παγκόσμιο Δίκτυο Αποτυπώματος (Global Footprint Network), οι απαιτήσεις μας ξεπερνούν κατά 50%
την παραγωγική ικανότητα του πλανήτη.
Το οικολογικό αποτύπωμα, ένας από τους δείκτες που χρησιμοποιούνται στην έκθεση, δείχνει ότι η ζήτηση της ανθρωπότητας για φυσικούς πόρους διπλασιάστηκε το διάστημα 1966-2007 και ισοδυναμεί πλέον με 1,5 πλανήτες. Αυτό σημαίνει ότι ο πλανήτης μας χρειάζεται ενάμισι χρόνο για να παραγάγει τους πόρους που η ανθρωπότητα καταναλώνει σε ένα χρόνο και δείχνει ότι τουλάχιστον το 1/3 τις κατανάλωσής μας αφορά μη-ανανεώσιμους φυσικούς πόρους και μεταφράζεται σε μόνιμη περιβαλλοντική υποβάθμιση. Η υπερκατανάλωση είναι επικεντρωμένη στις «ανεπτυγμένες» χώρες, τη στιγμή που οι κάτοικοι της ΕΕ-27 (7% του παγκόσμιου πληθυσμού) καταναλώνουν σχεδόν διπλάσιους φυσικούς πόρους από τον παγκόσμιο μέσο όρο.
Αν οι ρυθμοί αυτοί συνεχιστούν , το 2030 η ανθρωπότητα θα απαιτεί για την επιβίωσή της το ισοδύναμο της παραγωγικής ικανότητας δύο πλανητών. Ενώ αν υποθέσουμε ότι όλοι οι άνθρωποι ζουν όπως ο μέσος ευρωπαίος πολίτης, τότε θα χρειάζονταν 2,8 πλανήτες για να καλύψουν τις απαιτήσεις τους.
Η έκθεση χρησιμοποιεί επίσης τον παγκόσμιο δείκτη «Ζωντανού Πλανήτη», ο οποίος καταμετρά την παγκόσμια κατάσταση των ειδών και των οικοτόπων και ο οποίος παρουσιάζει ραγδαία διαχρονική μείωση της τάξης του 30% από το 1970. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι πληθυσμοί των τροπικών ειδών γλυκού νερού έχουν μειωθεί την περίοδο 1970-2007 κατά σχεδόν 70%.
«Καταγράφεται ένας ανησυχητικός ρυθμός απώλειας της βιοποικιλότητας σε περιοχές του πλανήτη με χαμηλά εισοδήματα, συχνά σε βιολογικά πλούσιες τροπικές χώρες, ενώ οι πολίτες του οικονομικά αναπτυγμένου κόσμου ζούμε σε έναν ψεύτικο παράδεισο που τροφοδοτείται από την υπερβολική κατανάλωση και τις υψηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα», τονίζει ο Τζιμ Ληπ, Γενικός Διευθυντής του διεθνούς WWF.
Η αύξηση του οικολογικού αποτυπώματος οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στο ανθρακικό αποτύπωμα, δηλαδή στις εκπομπές CO2, το οποίο είναι κατά 11 φορές αυξημένο σε σχέση με το 1961.
Οι 10 χώρες με το υψηλότερο οικολογικό αποτύπωμα ανά άτομο είναι τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, το Κατάρ, η Δανία, το Βέλγιο, οι ΗΠΑ, η Εσθονία, ο Καναδάς, η Αυστραλία, το Κουβέιτ και η Ιρλανδία. Εξίσου, οι 31 χώρες του ΟΟΣΑ, οι οποίες περιλαμβάνουν τις πλουσιότερες οικονομίες του κόσμου, ευθύνονται για περίπου το 40 % του παγκόσμιου αποτυπώματος.
Η Ελλάδα κατατάσσεται 20η στη λίστα των 154 κρατών, των οποίων το οικολογικό αποτύπωμα παρουσιάζεται στην έκθεση, με τον σημερινό τρόπο ζωής μας να απαιτεί τους φυσικούς πόρους 3 πλανήτων. Ενώ η χώρα παρουσιάζει υπερκατανάλωση όλων των φυσικών πόρων, το σημαντικότερο πρόβλημα εντοπίζεται στο εθνικό αποτύπωμα άνθρακα, όπου οι κατά κεφαλήν εκπομπές CO2 καταλαμβάνουν την 12η θέση ανάμεσα στις 35 ευρωπαϊκές χώρες που περιλαμβάνονται στην έκθεση, ενώ είναι διπλάσιες του παγκόσμιου μέσου όρου.
«Το υψηλό οικολογικό αποτύπωμα της χώρας τροφοδοτείται κυρίως από την αδιαφορία με την οποία εξαντλούμε τους φυσικούς μας πόρους, παράλληλα με την εμμονή μας στην χρήση ρυπογόνων μορφών ενέργειας, όπως ο λιγνίτης. Η αξιολόγηση των επιδόσεων της Ελλάδας καταδεικνύει την άμεση ανάγκη για στροφή προς τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την εξοικονόμηση ενέργειας Αντιθέτως, οποιαδήποτε «βρώμικη» επένδυση, όπως π.χ. η δημοπράτηση νέων λιγνιτικών πεδίων, θα μεγαλώσει ακόμα περισσότερο το οικολογικό αποτύπωμα της χώρας», δηλώνει ο Δημήτρης Καραβέλλας, Διευθυντής του WWF Ελλάς.