Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2010

Τρο-μα-κτικά ξεφτιλισμένη μαϊμού ... νάτο το τραγουδάκι σου.


Τρο-μα-κτικέ, αυτό είναι το τραγούδι που σου ταιριάζει. Διάβασέ το. Θα σου αρέσει. Και αν σου αρέσει πολύ, κλέψτο. Ξέρεις εσύ...

Αφού δεν ντρέπεσαι να εκμεταλλεύεσαι τη ζωή και τη ψυχή ενός δολοφονημένου για να βγάλεις χρήματα, αποφάσισα να σου γράψω αυτό το τραγουδάκι για να σου το τραγουδούν οι φίλοι σου. Μαϊμουδιάρη τρο-μα-κτικέ θέλω να καταλάβεις κάτι. Αν νομίζεις ότι "μια μπόρα είναι και θα περάσει", κάνεις λάθος. Δεν πρόκειται να σταματήσω μαϊμού. Θα σε κοροϊδεύω κάθε μέρα. ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ. Μέχρι που έναν από τους δύο να τον σιχαθεί ο κόσμος.

Δεν θα σταματήσω μέχρι να το πάρεις απόφαση ότι θα αλλάξεις blog. Θα αλλάξεις τίτλο, θα αλλάξεις χρώματα και layout και θα γίνεις και εσύ ένας blogger όπως όλοι οι άλλοι.... μ' ένα blog δικό σου και όχι κλεμμένο.

Ξεφτιλισμένη μαϊμού και το τραγουδάκι που σου έγραψα αυτό το σκοπό έχει. Είναι πιασάρικο (είναι σουξεδάκι σου λέω) και θα το διαβάσουν περισσότεροι ακόμη. Δεν θα σταματήσω μέχρι να μάθουν και να συνειδητοποιήσουν όλοι οι αναγνώστες σου ότι δεν έχεις καμία σχέση με τον Γκιόλια και με το troktiko και ότι είσαι απλά ένας απατεώνας.... ΕΝΑΣ ΑΠΑΤΕΩΝΑΣ.


ΠΑΡΕ ΤΩΡΑ ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΑΚΙ ΣΟΥ. (Άμα σου αρέσει πολύ, κλέψτο. Σου το επιτρέπω).



Μια φορά και έναν καιρό

πάνω στης φτήνιας το σωρό

μια μαϊμού καθότανε

να γίνει μεγάλη και τρανή συλλογιζότανε.


«Πώς το κάνουνε;» σκεφτότανε.

«Γιατί να μην μπορώ και εγώ» αναρωτιότανε.


Ήταν 19 του Ιούλη

μέρα καλοκαιρινή

όταν εσίγησε η φωνή.


«ΘΑ ΦΩΝΑΖΩ» λέγανε όλοι

μα εκείνη γελαστή

«Θα αντιγράψω» είπε «και θα κλέψω

πριν άλλη μαϊμού το αντιληφθεί».


«Γι’ αυτό δε λέγομαι μαϊμού;

Γιατί δεν έχω όραμα

μα κλέβω αλλουνού; »


«Θα κλέψω χρώμα,

θα κλέψω γραμματοσειρά

ποιος θα καταλάβει

ότι είμαι μούφα τελικά;»


«Ποιος θα πει ότι δεν είμαι αυθεντική;

Εκείνος που μπορούσε

τώρα πια δε ζει».


«Τον τύπο τον εφάγανε.

Ευκαιρία να βγάλω εγώ λεφτά.

Όσο για αυτόν… Σκασίλα μου μεγάλη

Και δέκα παπαγάλοι.»


Πω, πω, πω Τρο-μα-κτικό!

Πάνω στης φτήνιας το σωρό

βγάζει γλώσσα και μιλάει

πως είναι μεγάλη και τρανή διαλαλάει.


Αχ, αχ, αχ τρομάξαμε!

Άσ’ το μπαγάσα, το κουράσαμε.

Δεν με νοιάζει τ’ όνομά σου

φάντασμα είσαι και άντε γεια σου.